Ο Ναός του Όσιου Δαβίδ ( Μονή Λατόμου) βρίσκεται στη πάνω πόλη της Θεσσαλονίκης πολύ κοντά στη Μονή Βλατάδων και τα Κάστρα.

Είναι ένα Παλαιοχριστιανικό μνημείο που χτίστηκε τον 5ο αιώνα μ.Χ. στο χώρο ενός Ρωμαϊκού κτηρίου, και είναι το καθολικό του μοναστηριού της Μονής Λατόμου.

Η ονομασία Λατόμου οφείλεται στην ύπαρξη λατομείων στη περιοχή.

Ο Ναός του Οσίου Δαυίδ έχει μια απλή εξωτερική όψη.

Διαθέτει τοιχογραφίες και ένα σημαντικό ψηφιδωτό που παριστάνει το όραμα του

Για τον τρόπο και τον λόγο που χτίστηκε το μοναστήρι υπάρχει η μαρτυρία του μοναχού Ιγνάτιου του 9ου αιώνα.

Σύμφωνα με αυτή τη μαρτυρία η δημιουργία αυτού του μοναστηριού οφείλεται στη Θεοδώρα κόρη του αυτοκράτορα Μαξιμιλιανού Γαλέριου ο οποίος ήταν διώκτης των Χριστιανών.

Η Θεοδώρα ασπάστηκε τον Χριστιανισμό εν αγνοία του πατέρα της και βαφτίστηκε χριστιανή από τον Αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης Αλέξανδρο.

Ζήτησε λοιπόν από τον πατέρα της να της κτίσει ένα σπίτι με λουτρό.

Όταν ο Γαλέριος βρισκόταν σε μια εκστρατεία η κόρη του μετέτρεψε ένα λατομείο που είχαν οι Λατόμοι σε λουτρό στο οποίο λάτρευε κρυφά το Χριστιανισμό.

Σύμφωνα με τη παράδοση, με εντολή της Θεοδώρας φιλοτεχνήθηκε ένα σπουδαίο ψηφιδωτό το οποίο υπάρχει και τώρα στην εκκλησία και το οποίο θεωρείται σαν ένα από τα σπουδαιότερα ψηφιδωτά έργα της παλαιοχριστιανικής περιόδου.

Βρίσκεται πάνω από το ιερό της εκκλησίας, είναι τεράστιο και απεικονίζει τον προφήτη Ιεζεκιήλ, και το Χριστό να κάθεται σε ένα ουράνιο τόξο.

Η Θεοδώρα για να μη προδοθεί στον πατέρα της και να μην έχει περιπέτειες με την Εικονομαχία κάλυψε με δέρμα βοδιού και σοβά το ψηφιδωτό.

Το ψηφιδωτό ανακαλύφθηκε τυχαία σε ένα σεισμό το 813-820 και από τότε το μοναστήρι και μέχρι την Τουρκοκρατία ονομαζόταν η μονή του «Χριστού Σωτήρος».

Εκτός από το περίφημο ψηφιδωτό στη μονή υπάρχουν και σημαντικές τοιχογραφίες του 12ου αιώνα.

Στη αρχή ο ναός ήταν ένα τετράγωνο κτίσμα το οποίο δημιουργούσε τέσσερες χώρους σε σχήμα σταυρού.

Πάνω στο τετράγωνο κτίσμα υπήρχε τρούλος, και στην ανατολική του πλευρά υπήρχε αψίδα.

Στην Τουρκοκρατία, τον 16ο αιώνα, ο ναός έγινε τζαμί όπως και οι περισσότερες εκκλησίες της Θεσσαλονίκης.

Μετονομάστηκε σε «Σουλουτσά τζαμί» (= μοναστήρι του νερού), λόγω της πηγής που υπήρχε στην περιοχή.

Όλη η δυτική πλευρά του μοναστηριού κατεδαφίστηκε, η σκεπή του άλλαξε και έγινε με κεραμίδια, η είσοδος μεταφέρθηκε στη νότια πλευρά και βεβαίως όλοι οι τοίχοι σοβατίστηκαν.

Σήμερα δε σώζεται το δυτικό τμήμα του μνημείου.

Κατά την τουρκοκρατία και πάλι σκεπάστηκε με σοβά το ψηφιδωτό από τους Τούρκους, για να αποκαλυφθεί μόλις το 1921 και να αποδοθεί στους πιστούς.

Οι τοιχογραφίες αποκαλύφθηκαν το 1972-75.

Μετά τους σεισμούς του 1978 έγιναν εργασίες αποκατάστασης και συντήρησης του ναού.

Το μνημείο σήμερα λειτουργεί ως ναός.

Το 1988 ο ναός ανακηρύχθηκε Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς από την UNESCO